Αυτοκτονία/αυτοκτονικές σκέψεις ή κλινική επιδείνωση
Η κατάθλιψη σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων,
αυτοτραυματισμού και αυτοκτονίας (επεισόδια σχετιζόμενα με αυτοκτονία). Ο
κίνδυνος αυτός παραμένει έως ότου επιτευχθεί σημαντική ύφεση. Καθώς
μπορεί να μη σημειωθεί βελτίωση κατά τη διάρκεια των πρώτων εβδομάδων
θεραπείας, οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά έως ότου
επιτευχθεί τέτοια βελτίωση. Επιλέον, σύμφωνα με τη γενική κλινική εμπειρία,
ο κίνδυνος αυτοκτονίας μπορεί να αυξηθεί κατά τα πρώιμα στάδια ανάρρωσης.
Ασθενείς με ιστορικό επεισοδίων σχετιζόμενων με αυτοκτονία ή εκείνοι που
παρουσιάζουν σημαντικού βαθμού αυτοκτονικό ιδεασμό πριν από την έναρξη
της θεραπείας, είναι γνωστό ότι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο αυτοκτονικών
σκέψεων ή αποπειρών αυτοκτονίας και γι’ αυτό θα πρέπει να
παρακολουθούνται προσεκτικά κατά τη διάρκεια της θεραπείας.
Μια μετα-ανάλυση ελεγχόμενων με εικονικό φάρμακο κλινικών δοκιμών με
αντικαταθλιπτικά φάρμακα σε ενήλικες ασθενείς με ψυχιατρικές διαταραχές,
έδειξε αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικής συμπεριφοράς με αντικαταθλιπτικά σε
σύγκριση με το εικονικό φάρμακο σε ασθενείς ηλικίας κάτω των 25 ετών.
Στενή παρακολούθηση των ασθενών, και ιδιαίτερα αυτών που διατρέχουν
υψηλό κίνδυνο, θα πρέπει να συνδυάζεται με τη φαρμακευτική αγωγή,
ιδιαίτερα στην αρχή της θεραπείας και μετά από αλλαγές στη δοσολογία. Οι
ασθενείς (και αυτοί που φροντίζουν τους ασθενείς) θα πρέπει να είναι σε
επαγρύπνηση σχετικά με την ανάγκη παρακολούθησης για οποιαδήποτε κλινική
επιδείνωση, αυτοκτονική συμπεριφορά ή σκέψεις και οποιεσδήποτε
ασυνήθιστες αλλαγές στη συμπεριφορά και να αναζητήσουν ιατρική συμβουλή
άμεσα εάν εμφανιστούν αυτά τα συμπτώματα.
Ο κίνδυνος αυτοκτονίας (συμβάντων που σχετίζονται με αυτοκτονία),
αυτοκτονικών σκέψεων και αυτοτραυματισμού είναι υψηλός στη βαριά
κατάθλιψη και μπορεί να υπάρχει μέχρι να επέλθει σημαντική βελτίωση. Οι
ασθενείς με καταθλιπτικές διαταραχές, τόσο οι ενήλικες όσο και τα παιδιά,
μπορεί να εμφανίσουν επιδείνωση της κατάθλιψής τους και/ή τάση για
αυτοκτονία ή άλλα ψυχιατρικά συμπτώματα, είτε λαμβάνουν αντικαταθλιπτική
αγωγή είτε όχι. Σε βραχυπρόθεσμες μελέτες σε παιδιά, εφήβους και νεαρούς
ενήλικες ηλικίας κάτω των 25 ετών με καταθλιπτικές και άλλες ψυχιατρικές
διαταραχές, τα αντικαταθλιπτικά αύξησαν τον κίνδυνο αυτοκτονικών σκέψεων
και συμπεριφοράς (τάση για αυτοκτονία). Υπάρχουν επίσης αναφορές ότι τα
αντικαταθλιπτικά μπορούν, σε σπάνιες περιπτώσεις, να επιτείνουν τάσεις
αυτοκτονίας.
Σε ενήλικες και παιδιά με καταθλιπτικές διαταραχές, μπορεί να σημειωθεί
επιδείνωση της κατάθλιψης ή/και του αυτοκτονικού ιδεασμού ή άλλων
ψυχιατρικών συμπτωμάτων ανεξαρτήτως εάν λαμβάνουν θεραπεία με
αντικαταθλιπτικά. Σε βραχυπρόθεσμες μελέτες σε παιδιά, εφήβους και νεαρούς
ενήλικες κάτω των 25 ετών με καταθλιπτικές και άλλες ψυχιατρικές
διαταραχές, τα αντικαταθλιπτικά αύξησαν τον κίνδυνο αυτοκτονικού ιδεασμού
και συμπεριφοράς (τάση για αυτοκτονία).
Σε μία μελέτη, όπου χορηγήθηκε το Ludiomil σαν προφυλακτική θεραπεία σε
μονοπολική κατάθλιψη, υπήρξαν ενδείξεις για αύξηση της συμπεριφοράς
αυτοκτονίας στην υπό θεραπεία ομάδα. Αναφέρθηκε ότι το Ludiomil ήταν
συγκρίσιμο με άλλα αντικαταθλιπτικά σε ό,τι αφορά τη συσχέτιση με
θανατηφόρο υπερδοσολογία. Οι ασθενείς πρέπει να παρακολουθούνται
προσεκτικά κατά τη διάρκεια όλων των σταδίων της αγωγής.