Το PEVARYL είναι ένα αντιμυκητιασικό σκεύασμα για τοπική χρήση. Στο φάσμα
δράσεώς του περιλαμβάνονται δερματόφυτα, ζυμομύκητες και σαπροφυτικοί
μύκητες.
Επί πλέον αποδείχθηκε ότι πολλές από τις μέχρι τώρα ανθεκτικές σε άλλες
θεραπείες δερματομυκητιάσεις, θεραπεύονται με PEVARYL. Η αντιμικροβιακή
εξάλλου δράση του σκευάσματος, προσφέρει ένα πρόσθετο, εξαιρετικό
πλεονέκτημα στις επιμολύνσεις με Gram-θετικούς μικροοργανισμούς.
Μηχανισμός δράσης
Η νιτρική εκοναζόλη δρα καταστρέφοντας τις κυτταρικές μεμβράνες των
μυκήτων, προκαλώντας έτσι αυξημένη διαπερατότητα, η οποία έχει ως
αποτέλεσμα την διαφυγή ιόντων νατρίου και καλίου και άλλων ενδοκυττάριων
συστατικών. Η περιοχή δράσης είναι πιθανότατα η άκυλο- ομάδα των
ακόρεστων λιπαρών οξέων των μεμβρανικών φωσφολιπιδίων.
Μικροβιολογία
Ένα ευρύ φάσμα αντιμυκητιασικής δράσης έχει τεκμηριωθεί έναντι
δερματοφύτων, ζυμομυκήτων και υφομυκήτων. Έχει επίσης βρεθεί μία κλινικά
σχετική δράση έναντι των θετικών κατά Gram βακτηρίων.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η συστηματική απορρόφηση της εκοναζόλης είναι εξαιρετικά χαμηλή μετά από
τοπική εφαρμογή στο δέρμα. Οι μέσες μέγιστες συγκεντρώσεις της εκοναζόλης
και/ή των μεταβολιτών της στο πλάσμα/ορό παρατηρήθηκαν 1 έως 2 ημέρες
μετά τη χορήγηση της δόσης και ήταν < 1 ng/ml για την κρέμα 2 % για δερματική
χρήση που εφαρμόστηκε σε άθικτο δέρμα και 20 ng/ml για την κρέμα 2 % για
δερματική χρήση που εφαρμόστηκε σε απογυμνωμένο δέρμα. Παρόλο που, μετά
την εφαρμογή κρέμας 1 %, η μεγαλύτερη ποσότητα της εκοναζόλης (περίπου το
90 %) παραμένει στην επιφάνεια του δέρματος, οι συγκεντρώσεις της
εκοναζόλης που έχουν βρεθεί στην κεράτινη στιβάδα υπερβαίνουν την ελάχιστη
ανασταλτική συγκέντρωση για τα δερματόφυτα και οι ανασταλτικές
συγκεντρώσεις επιτυγχάνονται στο μέσο χόριο.
Κατανομή
Η εκοναζόλη και/ή οι μεταβολίτες της συνδέονται εκτενώς (> 98 %) στις
πρωτεΐνες του ορού στη συστηματική κυκλοφορία.
Μεταβολισμός
Η εκοναζόλη που φτάνει στη συστηματική κυκλοφορία έχει μεταβολισθεί
εκτενώς μέσω οξείδωσης του ιμιδαζολικού δακτυλίου, ακολουθούμενης από Ο-
απαλκυλίωση και γλυκουρονίδωση.
Απέκκριση
Η εκοναζόλη και οι μεταβολίτες της αποβάλλονται περίπου εξίσου στα ούρα και
στα κόπρανα.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Μελέτες οξείας τοξικότητας υποδεικνύουν ένα μεγάλο εύρος ασφάλειας με τις
τιμές LD50 να κυμαίνονται από >160 - 430 mg/kg. Σε μελέτες τοξικότητας
επαναλαμβανόμενης δόσης, στις υψηλές δόσεις (50 mg/kg/ημέρα) το ήπαρ
φάνηκε ως ένα σημαντικό όργανο στόχος με ελάχιστη τοξικότητα και πλήρη
ανάκτηση.
6