ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
PEVARYL 1% w/w κολπική κρέμα
PEVARYL 150 mg κολπικά υπόθετα
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ
1% w/w κολπική κρέμα: Κάθε 1 γραμμάριο κρέμας περιέχει 10 mg νιτρικής
εκοναζόλης.
150 mg κολπικά υπόθετα: Κάθε υπόθετο περιέχει 150 mg νιτρικής εκοναζόλης.
Έκδοχα με γνωστές δράσεις:
1 g κολπικής κρέμας περιέχει 2 mg βενζοϊκού οξέος και 0,05 mg
βουτυλοϋδροξυανισόλης.
Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων, βλ. παράγραφο 6.1.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Κολπική κρέμα
Κολπικά υπόθετα
4. ΚΛΙΝΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
Το PEVARYL ενδείκνυται για τη θεραπεία των αιδοιοκολπικών μυκητιάσεων και
της μυκητιασικής βαλανίτιδας.
4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Δοσολογία
Ενήλικες γυναίκες
Κολπική κρέμα:
Το περιεχόμενο ενός γεμάτου προωθητήρα (applicator) χορηγείται
στον κόλπο, μια φορά την ημέρα, κατά την κατάκλιση, για όχι λιγότερο
διάστημα από 14 συνεχείς ημέρες. Η θεραπεία πρέπει να συνεχισθεί για όλο το
διάστημα και αν ακόμη τα υποκειμενικά συμπτώματα (κνησμός και λευκόρροια)
έχουν παρέλθει.
150
mg
κολπικά υπόθετα:
Ένα υπόθετο τοποθετείται βαθιά στον κόλπο, μία φορά
την ημέρα, για τρεις συνεχείς ημέρες. Αυτό επιτυγχάνεται καλύτερα στην ύπτια
θέση. Σε περίπτωση υποτροπής ή αν η καλλιέργεια μετά από μία εβδομάδα
θεραπείας είναι θετική, ένας δεύτερος κύκλος θεραπείας πρέπει να
πραγματοποιηθεί.
Οι έγκυες γυναίκες θα πρέπει να πλένουν σχολαστικά τα χέρια τους πριν από
την αυτο-χορήγηση των υπόθετων PEVARYL (βλέπε παράγραφο 4.6 Γονιμότητα,
κύηση και γαλουχία για περαιτέρω συστάσεις). Επιπλέον, όσον αφορά στην
κρέμα PEVARYL συνιστάται η χορήγηση να λαμβάνει χώρα χωρίς τη χρήση του
προωθητήρα ή να πραγματοποιείται από τον ιατρό.
Ά νδρες
Πλύνετε και στεγνώστε το πέος και κατόπιν απλώστε την κρέμα στη βάλανο
και στην ακροποσθία, μία φορά την ημέρα για 14 συνεχείς ημέρες.
Ειδικοί πληθυσμοί
Παιδιά (2 έως 16 ετών)
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα σε παιδιά δεν έχει τεκμηριωθεί.
Ηλικιωμένοι
Τα δεδομένα είναι ανεπαρκή για τη χρήση του PEVARYL σε ηλικιωμένους (>65
ετών).
4.3 Αντενδείξεις
Το PEVARYL αντενδείκνυται σε άτομα που έχουν εμφανίσει υπερευαισθησία σε
οποιοδήποτε από τα συστατικά του, που αναφέρονται στην παράγραφο 6.1.
4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Μόνο για ενδοκολπική χρήση. Το PEVARYL δεν προορίζεται για οφθαλμική ή
από στόματος χρήση.
Η ταυτόχρονη χρήση προφυλακτικών από λάτεξ ή διαφραγμάτων με κολπικά
σκευάσματα κατά των μολύνσεων μπορεί να μειώσει την αποτελεσματικότητα
των αντισυλληπτικών παραγόντων από λάτεξ. Συνεπώς, προϊόντα όπως η κρέμα
PEVARYL δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται συγχρόνως με διάφραγμα ή
προφυλακτικό από λάτεξ. Οι ασθενείς που χρησιμοποιούν σπερματοκτόνα
αντισυλληπτικά πρέπει να συμβουλευθούν τον γιατρό τους, επειδή μια
οποιαδήποτε τοπική κολπική θεραπεία μπορεί να αδρανοποιήσει το
σπερματοκτόνο αντισυλληπτικό (βλέπε παράγραφο 4.5 Αλληλεπιδράσεις με
άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης).
Το PEVARYL δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλες εσωτερικές
ή εξωτερικές θεραπείες των γεννητικών οργάνων.
Αν εμφανισθεί σημαντικός ερεθισμός ή ευαισθησία η θεραπεία πρέπει να
διακοπεί.
Ασθενείς με ευαισθησία στις ιμιδαζόλες έχουν επίσης αναφέρει ευαισθησία στη
νιτρική εκοναζόλη.
Προειδοποιήσεις σχετικά με περιεχόμενα έκδοχα:
Η κολπική κρέμα PEVARYL περιέχει βενζοϊκό οξύ Ε210, το οποίο μπορεί να
προκαλέσει ήπιο ερεθισμό στο δέρμα, τα μάτια και τους βλεννογόνους. Επίσης
περιέχει βουτυλοϋδροξυανισόλη Ε320, η οποία μπορεί να προκαλέσει τοπικές
δερματικές αντιδράσεις (π.χ. δερματίτιδα από επαφή) ή ερεθισμό στα μάτια και
τους βλεννογόνους.
4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες
μορφές αλληλεπίδρασης
Η εκοναζόλη είναι γνωστός αναστολέας του CYP3A4/2C9. Αν και δεν έχει
μελετηθεί, βάσει της χημικής ομοιότητας της εκοναζόλης με άλλα παράγωγα
του ιμιδαζολίου, υφίσταται μια θεωρητική πιθανότητα για ανταγωνιστική
αλληλεπίδραση με ουσίες που μεταβολίζονται μέσω του CYP3A4/2C9. Λόγω της
περιορισμένης συστηματικής διαθεσιμότητας μετά από κολπική χορήγηση
(βλέπε παράγραφο 5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες), κλινικά σημαντικές
αλληλεπιδράσεις είναι απίθανο να εμφανισθούν, ωστόσο έχουν αναφερθεί με τα
από στόματος αντιπηκτικά.
Στους ασθενείς που λαμβάνουν αντιπηκτικά από στόματος, όπως βαρφαρίνη και
ασενοκουμαρόλη, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή και παρακολούθηση της
αντιπηκτικής δράσης.
Η επαφή μεταξύ των προϊόντων από λάτεξ όπως αντισυλληπτικών
διαφραγμάτων ή προφυλακτικών και της κρέμας PEVARYL θα πρέπει να
αποφεύγεται, καθώς τα συστατικά της κρέμας PEVARYL μπορεί να
καταστρέψουν το λάτεξ. Ασθενείς που χρησιμοποιούν σπερματοκτόνα
αντισυλληπτικά θα πρέπει να συμβουλεύονται τον γιατρό τους καθώς
οποιαδήποτε τοπική κολπική θεραπεία μπορεί να αδρανοποιήσει το
σπερματοκτόνο αντισυλληπτικό (βλέπε παράγραφο 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις
και προφυλάξεις κατά τη χρήση).
4.6 Γονιμότητα, κύηση και γαλουχία
Εγκυμοσύνη
Μελέτες σε ζώα έχουν δείξει αναπαραγωγική τοξικότητα (βλέπε παράγραφο 5.3,
Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια).
Επειδή υφίσταται κολπική απορρόφηση, το PEVARYL δεν πρέπει να χορηγείται
κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης εκτός εάν ο γιατρός θεωρεί ότι είναι
απαραίτητο για την ασθενή. Το PEVARYL μπορεί να χορηγηθεί κατά το δεύτερο
ή τρίτο τρίμηνο της κύησης αν το αναμενόμενο όφελος για τη μητέρα υπερτερεί
των πιθανών κινδύνων για το έμβρυο.
Θηλασμός
Μετά από στόματος χορήγηση της νιτρικής εκοναζόλης σε θηλάζοντες
αρουραίους, η εκοναζόλη και/ή οι μεταβολίτες της εκκρίνονταν στο γάλα και
ανιχνεύθηκαν στα μικρά που θήλαζαν. Δεν είναι γνωστό αν η νιτρική
εκοναζόλη εκκρίνεται στο ανθρώπινο γάλα.
Συνιστάται προσοχή όταν χορηγείται PEVARYL και η ασθενής θηλάζει.
Γονιμότητα
Αποτελέσματα από μελέτες αναπαραγωγής σε ζώα δεν έδειξαν επίδραση της
εκοναζόλης στη γονιμότητα (βλέπε παράγραφο 5.3 Προκλινικά δεδομένα για
την ασφάλεια).
4.7 Επιδράσεις στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών
Καμία γνωστή.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Η ασφάλεια της κολπικής κρέμας και των κολπικών υποθέτων PEVARYL
αξιολογήθηκε σε 3.630 ασθενείς που έλαβαν μέρος σε 32 κλινικές δοκιμές.
Με βάση τα συγκεντρωτικά δεδομένα από αυτές τις κλινικές δοκιμές, οι πιο
συχνά αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες ήταν (με % συχνότητα
εμφάνισης): κνησμός (1,2%) και αίσθηση καύσου στο δέρμα (1,2%).
Συμπεριλαμβανομένων των ανεπιθύμητων ενεργειών που προαναφέρθηκαν, ο
ακόλουθος πίνακας παρουσιάζει τις ανεπιθύμητες ενέργειες που έχουν
αναφερθεί με τη χρήση της κολπικής κρέμας και των κολπικών υποθέτων
PEVARYL είτε σε κλινικές δοκιμές είτε κατά την εμπειρία από την κυκλοφορία
του προϊόντος.
Οι συχνότητες που παρουσιάζονται ακολουθούν την εξής συνθήκη:
Πολύ συχνές ( 1/10), συχνές ( 1/100 έως < 1/10), όχι συχνές ( 1/1.000 έως
< 1/100), σπάνιες ( 1/10.000 έως <1/1.000), πολύ σπάνιες (<1/10.000), μη
γνωστές (δεν μπορούν να εκτιμηθούν με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα).
Πίνακας 1: Ανεπιθύμητες ενέργειες
Κατηγορία/οργα
νικό σύστημα
Ανεπιθύμητες ενέργειες
Κατηγορία συχνότητας
Συχνές
(1/100 έως <1/10)
Όχι συχνές
(1/1.000 έως <1/100
)
Σπάνιες
(1/10.000 έως <1/1.000
)
Μη γνωστές
(δεν μπορούν να
εκτιμηθούν με
βάση τα
διαθέσιμα
δεδομένα)
Διαταραχές του
ανοσοποιητικού
συστήματος
Υπερευαισθησία
Διαταραχές του
δέρματος και
του υποδόριου
ιστού
Κνησμός,
αίσθηση καύσου
του δέρματος
Εξάνθημα Ερύθημα
Αγγειοοίδημα,
κνίδωση,
δερματίτιδα από
επαφή,
αποφολίδωση
δέρματος
Διαταραχές του
αναπαραγωγικο
ύ συστήματος
και του μαστού
Αίσθηση
αιδοιοκολπικού
καύσου
Γενικές
διαταραχές και
καταστάσεις
της οδού
χορήγησης
Άλγος της θέσης
εφαρμογής,
ερεθισμός της
θέσης
εφαρμογής,
οίδημα της
θέσης
εφαρμογής
Σημείωση: Οι όροι «αγγειοοίδημα», «ερύθημα», «κνίδωση», «υπερευαισθησία»,
«δερματίτιδα από επαφή», «αποφολίδωση δέρματος», «άλγος της θέσης εφαρμογής»,
«ερεθισμός της θέσης εφαρμογής» και «οίδημα της θέσης εφαρμογής» παρουσιάζονται ως
προτιμώμενοι όροι της Έκδοσης 13.0 του MedDRA (Medical Dictionary for Regulatory Activities). Οι
όροι για τις άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρονται, παρουσιάζονται ως
προτιμώμενοι όροι της Έκδοσης 12.0 του MedDRA.
Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών
Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση
άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει
τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού
προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής
περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες
ενέργειες απευθείας στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (Μεσογείων 284,
15562, Χολαργός, www . eof . gr).
4.9 Υπερδοσολογία
Υπερδοσολογία με νιτρική εκοναζόλη δεν έχει αναφερθεί μέχρι σήμερα.
Σε περίπτωση τυχαίας κατάποσης, μπορεί να εκδηλωθούν ναυτία, έμετος και
διάρροια. Αν κριθεί αναγκαίο, εφαρμόζεται συμπτωματική θεραπεία.
Συμπτώματα και σημεία
Τα ανεπιθύμητα συμβάντα που σχετίζονται με υπερδοσολογία ή εσφαλμένη
χρήση του PEVARYL αναμένονται να είναι σε συμφωνία με τις ανεπιθύμητες
ενέργειες που ήδη αναφέρονται στην παράγραφο 4.8.
Αντιμετώπιση
Το PEVARYL προορίζεται μόνο για τοπική εφαρμογή. Στην περίπτωση ακούσιας
κατάποσης, αντιμετωπίστε συμπτωματικά. Εάν το προϊόν εφαρμοστεί κατά
λάθος στους οφθαλμούς, πλύνετε με καθαρό νερό ή φυσιολογικό ορό και εάν τα
συμπτώματα εμμένουν αναζητείστε ιατρική βοήθεια.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αντιλοιμώδη και αντισηπτικά, εκτός
συνδυασμών με κορτικοστεροειδή, παράγωγα ιμιδαζόλης. Κωδικός ATC:
G01AF05.
Μηχανισμός δράσης
Η νιτρική εκοναζόλη δρα καταστρέφοντας τις κυτταρικές μεμβράνες των
μυκήτων, προκαλώντας έτσι αυξημένη διαπερατότητα. Οι υποκυτταρικές
μεμβράνες στο κυτταρόπλασμα υφίστανται βλάβες. Το πιο πιθανό σημείο της
δράσης είναι η ακυλ-ομάδα του ακόρεστου λιπαρού οξέος των φωσφολιπιδίων
της μεμβράνης.
Φαρμακοδυναμικές επιδράσεις
Μικροβιολογία
Ένα ευρύ φάσμα αντιμυκητιασικής δράσης έχει τεκμηριωθεί έναντι
δερματοφύτων, ζυμομυκήτων και υφομυκήτων. Έχει επίσης βρεθεί μία κλινικά
σχετική δράση έναντι των θετικών κατά Gram βακτηρίων.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες
Απορρόφηση
Η συστηματική απορρόφηση της εκοναζόλης είναι εξαιρετικά χαμηλή μετά από
κολπική εφαρμογή. Έπειτα από κολπική εφαρμογή της κρέμας νιτρικής
εκοναζόλης, απορροφήθηκε περίπου το 5% έως 7% της δόσης. Οι μέσες μέγιστες
συγκεντρώσεις της εκοναζόλης και/ή των μεταβολιτών της στο πλάσμα/ορό
παρατηρήθηκαν 1 έως 2 ημέρες μετά τη χορήγηση της δόσης και ήταν περίπου
20 έως 40 ng/mL για την κολπική κρέμα και 65 ng/mL για τα κολπικά υπόθετα
150mg.
Κατανομή
Η εκοναζόλη και/ή οι μεταβολίτες της στη συστηματική κυκλοφορία συνδέονται
εκτενώς (>98%) με τις πρωτεΐνες του ορού.
Μεταβολισμός
Η εκοναζόλη που φτάνει στη συστηματική κυκλοφορία έχει μεταβολισθεί
εκτενώς μέσω οξείδωσης του ιμιδαζολικού δακτυλίου, ακολουθούμενης από Ο-
απαλκυλίωση και γλυκουρονιδίωση.
Απέκκριση
Η εκοναζόλη και οι μεταβολίτες της αποβάλλονται στα ούρα και στα κόπρανα.
5.3 Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια
Μελέτες οξείας τοξικότητας υποδεικνύουν ένα μεγάλο εύρος ασφάλειας με τις
από στόματος τιμές LD50 σε τρωκτικά να κυμαίνονται από >160 - 463 mg/kg. Σε
μελέτες τοξικότητας επαναλαμβανόμενων δόσεων, το ήπαρ προσδιορίστηκε ως
όργανο στόχος με ελάχιστη τοξικότητα και πλήρη αποκατάσταση σε υψηλές
δόσεις (50 mg/kg/ημέρα).
Δεν σημειώθηκαν σημαντική τοπική τοξικότητα, φωτοτοξικότητα, τοπικός
δερματικός ερεθισμός, κολπικός ερεθισμός ή ευαισθητοποίηση. Σημειώθηκε
μόνο ήπιος οφθαλμικός ερεθισμός με ένα σκεύασμα κρέμας.
Καρκινογένεση και Μεταλλαξιογένεση
Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες αναφορικά με το δυναμικό καρκινογένεσης λόγω
της σύντομης περιόδου για προτεινόμενη κλινική θεραπεία και της απουσίας
οποιασδήποτε σημαντικής δυνητικής γονοτοξικότητας της εκοναζόλης με έναν
τρόπο που μπορεί να οδηγήσει σε έναρξη ή προώθηση του σχηματισμού όγκων.
Σε διάφορα συστήματα δοκιμασιών έχουν φανεί είτε καμία είτε ορισμένες μόνο
δράσεις γονιδιακής τοξικότητας (δομικές χρωμοσωμικές παρεκκλίσεις).
Σύμφωνα με τη γενική αξιολόγηση αυτών των δεδομένων και την ενδεδειγμένη
οδό χορήγησης συμπεριλαμβανομένης της προκύπτουσας ελάχιστης
συστηματικής έκθεσης στην εκοναζόλη, υπάρχει μικρή σχέση για κλινική
χρήση.
Αναπαραγωγική Τοξικότητα
Τα αποτελέσματα από μελέτες αναπαραγωγής με εκοναζόλη δεν κατέδειξαν
επιδράσεις τερατογένεσης.
Γονιμότητα
Τα αποτελέσματα από μελέτες αναπαραγωγής με εκοναζόλη δεν κατέδειξαν
επιδράσεις στη γονιμότητα.
Εγκυμοσύνη
Χαμηλή επιβίωση νεογνών και εμβρυική τοξικότητα συσχετίστηκε μόνο με
μητρική τοξικότητα. Σε μελέτες με ζώα, η νιτρική εκοναζόλη δεν έχει δείξει
τερατογενετικές επιδράσεις αλλά ήταν εμβρυοτοξική σε τρωκτικά από μητέρες
που έλαβαν υποδόριες δόσεις 20 mg/kg/ημέρα και από μητέρες που έλαβαν από
στόματος δόσεις 10 mg/kg/ημέρα. Η σημασία αυτού του ευρήματος στον
άνθρωπο δεν είναι γνωστή.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
6.1 Κατάλογος εκδόχων
1% w/w κολπική κρέμα: tefose 63 (Pegoxol 7 stearate), labrafil M 1944 CS (Peglicol 5
oleate), υγρή παραφίνη, βουτυλοϋδροξυανισόλη, βενζοϊκό οξύ, κεκαθαρμένο
ύδωρ.
150 mg κολπικά υπόθετα: Wecobee M, wecobee FS
6.2 Ασυμβατότητες
Καμία γνωστή.
6.3 Διάρκεια ζωής
1% w/w κολπική κρέμα: 2 χρόνια
150 mg κολπικά υπόθετα: 3 χρόνια
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά την φύλαξη του προϊόντος
1% w/w κολπική κρέμα: Μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 25C.
150 mg κολπικά υπόθετα: Μη φυλάσσετε σε θερμοκρασία μεγαλύτερη των 30C.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
1% w/w κολπική κρέμα: Σωληνάριο αλουμίνιου των 78g και 16 χάρτινοι
προωθητήρες μιας χρήσης.
150 mg κολπικά υπόθετα: Συσκευασία blister με 3 κολπικά υπόθετα.
6.6 Ιδιαίτερες προφυλάξεις απόρριψης
Κάθε αχρησιμοποίητο φαρμακευτικό προϊόν ή υπόλειμμα πρέπει να
απορρίπτεται σύμφωνα με τις κατά τόπους ισχύουσες σχετικές διατάξεις.
7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
JANSSEN-CILAG Φαρμακευτική Α.Ε.Β.Ε
Λ. Ειρήνης 56, 151 21
Πεύκη
Αθήνα
8. ΑΡΙΘΜΟΣ(ΟΙ) ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
1% w/w κολπική κρέμα: 40434/19.9.2008
150 mg κολπικά υπόθετα: 40432/19.9.2008
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ/ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ
19.9.2008
10. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ