Η σύγχρονη χορήγηση της υδροξυζίνης με κατασταλτικά του ΚΝΣ
και αντιχολινεργικά ενισχύει τη δράση των φαρμάκων αυτών και
επιβάλλει την εξατομίκευση και προσαρμογή της δοσολογίας.
Το οινόπνευμα ενισχύει τη δράση της υδροξυζίνης.
Η υδροξυζίνη ανταγωνίζεται της δράσης της βήτα-ιστίνης και των
αναστολέων της χολινεστεράσης. Επιβάλλεται η διακοπή της
θεραπείας τουλάχιστον 5 ημέρες πριν από τις διαγνωστικές
δοκιμασίες για αλλεργία και την πρόκληση βρογχοσπάσμου με
μεταχολίνη, για να αποφευχθεί ο επηρεασμός των αποτελεσμάτων
αυτών των δοκιμασιών.
Η χορήγηση της υδροξυζίνης σε συνδυασμό με αναστολείς της
μονοαμινο-οξειδάσης πρέπει να αποφεύγεται.
Η υδροξυζίνη εμποδίζει την αύξηση της αρτηριακής πίεσης η οποία
προκαλείται από την αδρεναλίνη. Στους αρουραίους ανταγωνίζεται
την αντισπασμωδική δράση της φαινυτοίνης.
Η σιμετιδίνη σε δόση 600mg x 2ημερησίως αυξάνει τις συγκεντρώσεις
της υδροξυζίνης στον όρο του αίματος κατά 36%, ενώ ελαττώνει
κατά 20% τις μέγιστες συγκεντρώσεις του μεταβολίτου σετιριζίνη.
Η υδροξυζίνη είναι αναστολέας του κυττοχρώματος CYP2D6 και
μπορεί σε μεγάλες δόσεις να προκαλέσει αλληλεπιδράσεις με τα
υποστρώματα του CYP2D6.
Η υδροξυζίνη σε συγκέντωση 100μΜ δεν αναστέλλει τις ισομορφές
1Α1 και 1Α6 της UDP-γλυκουρονυλτρανσφεράσης στα μικροσώματα
του ανθρώπινου ήπατος. Αναστέλλει όμως τις ισομορφές 2C9, 2C19
και 34Α του κυτοχρώματος Ρ
450
σε συγκεντρώσεις (ΙC 50) από 103
μέχρι 140μM, που αντιστοιχούν σε 46 μέχρι 52μg/ml) που υπερβαίνουν
κατά πολύ τα ανώτατα στο πλάσμα.. Οι τιμές αυτές υπερβαίνουν
κατά πολύ τις μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα. Η σετιριζίνη,
μεταβολίτης της υδροξυζίνης, σε συγκέντωση 100μΜ, δεν αναστέλλει
το κυτόχρωμα Ρ450 (1Α2, 2Α6, 2C9, 2C19, 2D6, 2E1 και 3A4) του
ανθρώπινου ήπατος ή τις ισομορφές της UDP-
γλυκουρονυλστρανσφεράσης. Επομένως είναι απίθανο να επηρεάζει η
υδροξυζίνη το μεταβολισμό φαρμάκων, τα οποία αποτελούν
υπόστρωμα για αυτά τα ένζυμα.
Συνδυασμοί που αντενδείκνυνται
Η συγχορήγηση της υδροξυζίνης με φάρμακα που είναι γνωστό ότι
παρατείνουν το διάστημα QT και/ή επάγουν κοιλιακή ταχυκαρδία δίκην
ριπιδίου (Torsade de Pointes) π.χ. αντιαρρυθμικά κατηγορίας IA (π.χ.
κινιδίνη, δισοπυραμίδη) και III (π.χ. αμιωδαρόνη, σοταλόλη), με ορισμένα
αντιισταμινικά, με ορισμένα αντιψυχωσικά (π.χ. αλοπεριδόλη), με ορισμένα
αντικαταθλιπτικά (π.χ. σιταλοπράμη, εσιταλοπράμη), με ορισμένα
ανθελονοσιακά (π.χ. μεφλοκίνη), με ορισμένα αντιβιοτικά (π.χ.
ερυθρομυκίνη, λεβοφλοξασίνη, μοξιφλοξασίνη), με ορισμένους
αντιμυκητιασικούς παράγοντες (π.χ. πενταμιδίνη), με ορισμένα φάρμακα