αντίδρασης.
4.8. Ανεπιθύμητες ενέργειες:
Κάποιες από τις ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να εκδηλωθούν κατά τη
διάρκεια της θεραπείας με χλωραμφαινικόλη:
•Καταστολή του μυελού των οστών που μπορεί να λάβει δύο διαφορετικές μορφές. Η
πρώτη είναι η συνήθης δοσοεξαρτώμενη αναστρέψιμη καταστολή που εκδηλώνεται
συνήθως όταν η συγκέντρωση στο πλάσμα υπερβεί τα 25μg ανά ml, και χαρακτηρίζεται
από μειωμένη χρησιμοποίηση σιδήρου, κοκκιοκυτοπενία, αναιμία, λευκοπενία και
θρομβοκυτοπενία. Η επίδραση αυτή μπορεί να οφείλεται στην αναστολή της
πρωτεϊνοσύνθεσης στα μιτοχόνδρια των κυττάρων του μυελού των οστών. Η δεύτερη,
ανεξάρτητη της δόσης μορφή, είναι μία μη αναστρέψιμη απλαστική ή υποπλαστική
αναιμία. Η απλασία μπορεί να εκδηλωθεί μετά από λανθάνουσα περίοδο εβδομάδων ή
μηνών. Όσο μεγαλύτερο είναι το διάστημα μεταξύ της τελευταίας δόσης και των
πρώτων σημείων, τόσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό θνητότητας. Η επιβίωση είναι
πιθανότερη σε εκείνους με πρώιμη έναρξη απλασίας, που μπορεί όμως να εξελιχθεί σε
μυελοβλαστική λευχαιμία.
•Σε άτομα με γενετική ανεπάρκεια G-6-PD η χορήγηση χλωραμφαινικόλης προκάλεσε
αιμολυτική αναιμία.
•Τοξική εκδήλωση- “το φαιόν σύνδρομο”– σε νεογέννητα, ειδικά στα πρόωρα, που
αναφέρεται όμως και σε παιδιά ηλικίας 2 ετών και σε νεογέννητα από μητέρες που
έλαβαν θεραπεία με χλωραμφαινικόλη κατά την τελευταία περίοδο της κύησης. Το
σύνδρομο συνήθως εμφανίζεται κατά τις πρώτες μέρες θεραπείας με μεγάλες δόσεις, με
κοιλιακή διάταση, έμετο, άρνηση τροφής, ακανόνιστη αναπνοή, φαιά κυάνωση,
υποθερμία, γαλακτική οξέωση, κυκλοφορική κατάρρευση και πιθανό θάνατο (40% των
περιπτώσεων). Φαίνεται πως οφείλεται σε ηπατική και νεφρική ανωριμότητα,
αντίστοιχη ανικανότητα γλυκουρονυλιώσεως της χλωραμφαινικόλης και απέκκριση του
ασύζευκτου φαρμάκου. Παρόμοιο σύνδρομο αναφέρθηκε σε ενηλίκους και μεγαλύτερα
παιδιά που έλαβαν πολύ υψηλές δόσεις.
•Νευρολογικές διαταραχές όπως κεφαλαλγία, διανοητική σύγχυση, οπτική και
περιφερική νευρίτιδα, έχουν αναφερθεί περιστασιακά σε ασθενείς κατόπιν μακράς
διάρκειας και υψηλής δοσολογίας θεραπεία με χλωραμφαινικόλη.
•Αντιδράσεις υπερευαισθησίας (αλλεργικές), όπως δερματικά εξανθήματα και πορφύρα,
αγγειοοίδημα, φάρμακοεπαγώμενος πυρετός, φαινόμενα αναφυλαξίας.
•Έχει επίσης αναφερθεί αντίδραση τύπου Jarisch - Herxheimer μετά την έναρξη
θεραπείας χλωραμφαινικόλης για τυφοειδή πυρετό, σύφιλη και βρουκέλλωση. Η
αντίδραση απεδόθη στην αθρόα έκλυση βακτηριακών ενδοτοξινών, αλλά η ακριβής
παθογένεσή της είναι ασαφής.
•Γαστρεντερικά συμπτώματα, στα οποία περιλαμβάνονται ναυτία έμετος και διάρροια,
μπορεί να ακολουθήσουν την από του στόματος χορήγηση. Διαταραχές της στοματικής
και εντερικής χλωρίδας μπορεί να προκαλέσουν στοματίτιδα, γλωσσίτιδα και ερεθισμό
του ορθού. Μετά από γρήγορη ενδοφλέβια χορήγηση μπορεί να υπάρξει μια έντονη
πικρή γεύση.
Η χρήση του φαρμάκου μπορεί να προκαλέσει την υπερανάπτυξη ανθεκτικών
μικροοργανισμών, περιλαμβανομένων και μυκήτων (πράγμα που ισχύει για όλα τα
αντιβιοτικά). Αν προκληθούν επιλοιμώξεις από μικροοργανισμούς κατά τη διάρκεια της
θεραπείας πρέπει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα.
4.9 Υπερδοσολογία: Τα συμπτώματα χαρακτηρίζονται από σοκ, υποθερμία, φαιό χρώμα
δέρματος, κυάνωση, οξέωση και κώμα. Η αιμοκάθαρση με στήλες άνθρακα μπορεί
3