ανεπάρκεια και σε ασθενείς που κάνουν αγωγή με υψηλές δοσολογίες και/ή με παρατεταμένη
θεραπεία. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν ζάλη, ίλιγγο, εμβοές και βουητό στα αυτιά και
απώλεια ακοής. Η απώλεια ακοής συνήθως εκδηλώνεται αρχικά με μείωση της ακουστικής
οξύτητας στους υψηλούς τόνους και μπορεί να είναι μη αναστρέψιμη. Οπως με άλλες
αμινογλυκοσίδες, οι αιθουσαικές ανωμαλίες επίσης μπορεί να είναι μη αναστρέψιμες. Στους
άλλους παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο ωτοτοξικότητας που προκαλείται
από αμινογλυκοσίδες περιλαμβάνονται η αφυδάτωση, η ταυτόχρονη χορήγηση αιθακρυνικού
οξέος ή φουροσεμίδης ή προηγούμενη έκθεση σε άλλα ωτοτοξικά φάρμακα.
Εχουν επίσης αναφερθεί μούδιασμα, μυρμήγκιασμα του δέρματος, σπασμοί και σύνδρομο
που μοιάζει με βαριά μυασθένεια.
Στις άλλες ανεπιθύμητες αντιδράσεις που έχουν αναφερθεί και που πιθανώς σχετίζονται με
την γενταμικίνη περιλαμβάνονται: αναπνευστική καταστολή, λήθαργος, σύγχυση, κατάθλιψη,
οπτικές διαταραχές, μείωση της ορέξεως, απώλεια βάρους, υπόταση, υπέρταση, εξάνθημα,
κνησμός, κνίδωση, γενικευμένος καύσος, οίδημα του λάρυγγα, αναφυλακτικές αντιδράσεις,
πυρετός και πονοκέφαλος, ναυτία, εμετός, αυξημένη σιελόρροια, στοματίτιδα, πορφύρα,
ψευδής όγκος του εγκεφάλου, οξύ οργανικό εγκεφαλικό σύνδρομο, πνευμονική ίνωση,
αλωπεκία, πόνος στις αρθρώσεις, παροδική ηπατομεγαλία και σπληνομεγαλία.
Στις εργαστηριακές ανωμαλίες που πιθανώς σχετίζονται με την γενταμικίνη περιλαμβάνονται:
αυξημένη τρανσαμινάση ορού (SGOT, SGPT) αυξημένη γαλακτική δεϋδρογενάση (LDH) και
χολερυθρίνη ορού, μειωμένα επίπεδα ασβεστίου, μαγνησίου, νατρίου και καλίου ορού,
αναιμία, λευκοπενία, κοκκιοκυτταροπενία, παροδική ακοκκιοκυτταραιμία, ηωσινοφιλία,
αυξημένο και μειωμένο αριθμό δικτυοερυθροκυττάρων και θρομβοκυτταροπενία. Αν και οι
ανωμαλίες των εργαστηριακών δοκιμασιών μπορεί να είναι μεμονωμένα ευρήματα, μπορεί να
συνδέονται με κλινικά σχετιζόμενα σημεία και συμπτώματα.
Αν και η τοπική ανεκτικότητα του Garamycin Injection είναι γενικά εξαιρετική, έχουν
υπάρξει περιστασιακές αναφορές πόνου στο σημείο της ενέσεως. Υποδόρια ατροφία ή
λιποειδής νέκρωση που υποδηλώνει τοπικό ερεθισμό έχουν αναφερθεί σπάνια.
4.9 Υπερδοσολογία
Σε περίπτωση υπερδοσολογίας ή τοξικών αντιδράσεων, η αιμοδιάλυση θα βοηθήσει στην
απομάκρυνση της γενταμικίνης από το αίμα. Ο ρυθμός απομάκρυνσης της γενταμικίνης είναι
σημαντικά μικρότερος με περιτοναϊκή διάλυση απ’ ότι με αιμοδιάλυση. Στο νεογέννητο
βρέφος, μπορεί να σκεφτεί κανείς την αφαιμαξομετάγγιση. Αυτές οι διαδικασίες είναι
ιδιαίτερης σημασίας για ασθενείς με μειωμένη νεφρική λειτουργία.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Κωδικός ATC : J 01 GB 03
Μικροβιολογία: In vitro δοκιμασίες έχουν δείξει ότι η γενταμικίνη είναι ένα μικροβιοκτόνο
αντιβιοτικό που δρα αναστέλλοντας την πρωτεϊνική σύνθεση των ευαίσθητων
μικροοργανισμών. Είναι δραστική έναντι μιας μεγάλης ποικιλίας παθογόνων Gram-
αρνητικών και Gram- θετικών μικροβίων, περιλαμβανομένων των Escherichia coli, ειδών
Proteus (ινδόλη θετικών και αρνητικών), Pseudomonas aeruginosa, ειδών της ομάδας
Klebsiella- Enterobacter-Serratia, ειδών Citrobacter, ειδών Providencia, ειδών Staphylococcus
(κοαγκουλάση θετικών και αρνητικών περιλαμβανομένων των στελεχών που είναι ανθεκτικά
στην πενικιλλίνη και μεθικιλλίνη) και Neisseria gonorrhoeae. Η γενταμικίνη είναι επίσης
δραστική in vitro έναντι ειδών Salmonella και Shigella.
In vitro μελέτες έχουν δείξει ότι ο συνδυασμός μιας αμινογλυκοσίδης με ένα αντιβιοτικό που
9