και άνω των 0,05 micromol στις 96
ώρες μετά τη χορήγηση.
ενδοφλέβια κάθε 6 ώρες, μέχρι
τα επίπεδα της methotrexate
στον ορό να πέσουν κάτω από
τα 0,05 micromol.
Πρώιμη καθυστέρηση στην
αποβολή της methotrexate ή
και ένδειξη οξείας νεφρικής
βλάβης
Επίπεδα methotrexate στον ορό
50 micromol ή και περισσότερο
στις 24 ώρες, ή 5 micromol ή και
περισσότερο στις 48 ώρες μετά τη
χορήγηση.
100% αύξηση των επιπέδων
κρεατινίνης στον ορό ή και
περισσότερο 24 ώρες μετά τη
χορήγηση της methotrexate (π.χ.
αύξηση από 0,5 mg/dL στο
1 mg/dL ή και περισσότερο).
150 mg ενδοφλέβια κάθε 3 ώρες
μέχρι τα επίπεδα methotrexate
να είναι μικρότερα από
1 micromol.
Κατόπιν συνεχίζουμε με 15 mg
ενδοφλέβια κάθε 3 ώρες, μέχρι
τα επίπεδα methotrexate να
είναι μικρότερα από
0,05 micromol.
Ασθενείς που έχουν πρώιμη καθυστέρηση στην αποβολή της methotrexate είναι πιθανόν να
αναπτύξουν αναστρέψιμη νεφρική ανεπάρκεια. Στους ασθενείς αυτούς, εκτός από την κατάλληλη
θεραπεία με leucovorin, απαιτείται συνεχής ενυδάτωση και αλκαλοποίηση των ούρων, καθώς και
στενή παρακολούθηση του ισοζυγίου υγρών και ηλεκτρολυτών, μέχρι τα επίπεδα methotrexate στον
ορό να πέσουν κάτω από 0,05 micromol και να παρέλθει η νεφρική ανεπάρκεια.
Μερικοί ασθενείς εμφανίζουν διαταραχές στην κάθαρση της methotrexate ή τη νεφρική λειτουργία
μετά από χορήγηση methotrexate, οι οποίες είναι σημαντικές αλλά λιγότερο σοβαρές από εκείνες που
περιγράφηκαν στον πιο πάνω πίνακα. Οι διαταραχές αυτές μπορεί να σχετίζονται ή όχι με σημαντική
κλινική τοξικότητα. Εάν παρατηρηθεί σοβαρή κλινική τοξικότητα, η διάσωση με leucovorin θα
πρέπει να παραταθεί για 24 ώρες επιπλέον (συνολικά 14 δόσεις σε 84 ώρες). Θα πρέπει πάντοτε να
λαμβάνεται υπόψη η πιθανότητα ο ασθενής να λαμβάνει άλλα φάρμακα που αλληλεπιδρούν με τη
methotrexate (π.χ. σκευάσματα που επεμβαίνουν στην κάθαρση της methotrexate ή συνδέονται με τις
λευκωματίνες του ορού) όταν παρατηρούνται εργαστηριακές διαταραχές ή κλινικές τοξικότητες.
Ανεπαρκής κάθαρση της methotrexate ή εσφαλμένη υπερδοσολογία
Ισχύουν οι ίδιες οδηγίες δοσολογίας και χορήγησης.
Η χορήγηση leucovorin πρέπει να αρχίζει όσο το δυνατόν ταχύτερα μετά τη διαπίστωση εσφαλμένης
υπερδοσολογίας methotrexate.
Μεγαλοβλαστική αναιμία από έλλειψη φυλλικού οξέος
Χορηγούνται ημερησίως δόσεις των 5-15 mg.
4.3 Αντενδείξεις
Κακοήθης αναιμία και άλλες μεγαλοβλαστικές αναιμίες, που οφείλονται σε έλλειψη βιταμίνης Β
12
ή
είναι αδιευκρίνιστης αιτιολογίας.
Μπορεί να υπάρξει αιματολογική ύφεση, αλλά οι νευρολογικές εκδηλώσεις θα συνεχίσουν να
εξελίσσονται.
Να μη χορηγείται στην αναιμία των νεοπλασιών διότι ενδέχεται να ευνοήσει την ανάπτυξη του όγκου.
4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Η leucovorin θα πρέπει να χρησιμοποιείται με ανταγωνιστές φυλλικού οξέος, π.χ. methotrexate,
μόνο κάτω από την άμεση παρακολούθηση ενός κλινικού έμπειρου στη χρήση
χημειοθεραπευτικών κατά του καρκίνου.
Στην από λάθος χορήγηση υπερβολικών δόσεων ανταγωνιστών του φυλλικού οξέος π.χ. methotrexate,
θα πρέπει να χορηγούμε τη leucovorin το συντομότερο δυνατόν. Καθώς αυξάνει το χρονικό διάστημα
μεταξύ της χορήγησης του ανταγωνιστή του φυλλικού οξέος και της χορήγησης της leucovorin,
μειώνεται η αποτελεσματικότητα της leucovorin στην καταπολέμηση της τοξικότητας.
Είναι απαραίτητη η παρακολούθηση των συγκεντρώσεων methotrexate στον ορό, έτσι ώστε να
καθοριστεί η ιδανική δόση και η διάρκεια της θεραπείας με leucovorin. Καθυστερημένη αποβολή της