Αντιμετώπιση της τοξικότητας που προέρχεται από καθυστερημένη αποβολή της μεθοτρεξάτης ή από
υπερβολική λήψη ανταγωνιστών του φυλλικού οξέoς, όπως η πυριμεθαμίνη και η τριμεθοπρίμη.
Θεραπεία της μεγαλοβλαστικής αναιμίας που οφείλεται σε έλλειψη του φυλλικού οξέος.
2.3 Αντενδείξεις
Το Rescuvolin δεν ενδείκνυται στη κακοήθη αναιμία και σε άλλες μεγαλοβλαστικές αναιμίες, που
οφείλονται σε έλλειψη βιταμίνης Β
12
ή είναι αδιευκρίνιστης αιτιολογίας.
Μπορεί να υπάρξει αιματολογική ύφεση, αλλά οι νευρολογικές εκδηλώσεις θα συνεχίσουν να
εξελίσσονται.
Δεν πρέπει να χορηγείται στην αναιμία των νεοπλασιών επειδή μπορεί να ευνοήσει την ανάπτυξη του
όγκου.
2.4 Ειδικές προφυλάξεις και προειδοποιήσεις κατά τη χρήση
2.4.1 Γενικά
Στην κατά λάθος χορήγηση υπερδοσολογίας ανταγωνιστών του φυλλικού οξέος π.χ. μεθοτρεξάτης, θα
πρέπει να χορηγούμε τη leucovorin το συντομότερο δυνατόν. Καθώς αυξάνει το χρονικό διάστημα
μεταξύ της χορήγησης του ανταγωνιστή του φυλλικού οξέος και της χορήγησης της leucovorin,
μειώνεται η αποτελεσματικότητα της leucovorin στην καταπολέμηση της τοξικότητας.
Είναι απαραίτητη η παρακολούθηση των συγκεντρώσεων μεθοτρεξάτης στον ορό, έτσι ώστε να
καθοριστεί η ιδανική δόση και η διάρκεια της θεραπείας με Rescuvolin. Καθυστερημένη αποβολή της
μεθοτρεξάτης μπορεί να προκληθεί από συσσώρευση υγρού σε τρίτο χώρο του σώματος (π.χ.
ασκιτική ή πλευριτική συλλογή), νεφρική ανεπάρκεια, ή ανεπαρκή ενυδάτωση. Στις περιπτώσεις
αυτές, μπορεί να ενδείκνυνται υψηλότερες δόσεις leucovorin ή παρατεταμένη χορήγηση. Δόσεις
υψηλότερες των συνιστώμενων για λήψη από το στόμα πρέπει να χορηγούνται ενδοφλέβια.
Η leucovorin ενισχύει την τοξικότητα της 5-FU.
Σε καρκινοπαθείς που λαμβάνουν leucovorin έχουν σπάνια αναφερθεί επιληπτική κρίση ή και
συγκοπή, συνήθως σε συνδυασμό με τη χορήγηση φθοριοπυριμιδίνης και ως επί το πλείστον σε
ασθενείς με μεταστάσεις του ΚΝΣ ή άλλους προδιαθεσιακούς παράγοντες. Δεν έχει πάντως
τεκμηριωθεί κάποια αιτιολογική συσχέτιση.
Θα πρέπει να προτιμάται η παρεντερική χορήγηση, σε σύγκριση με τη χορήγηση από το στόμα αν
υπάρχει πιθανότητα ο ασθενής να κάνει έμετο, ή να μην απορροφήσει τη leucovorin. Η leucovorin δεν
έχει καμία επίδραση στις μη αιματολογικές τοξικότητες της μεθοτρεξάτης όπως είναι η
νεφροτοξικότητα που οφείλεται στην εναπόθεση του φαρμάκου ή και των μεταβολιτών στους
νεφρούς.
Το Rescuvolin θα πρέπει να χρησιμοποιείται με ανταγωνιστές του φυλλικού οξέος π.χ.
μεθοτρεξάτη, ή φθοριοπυριμιδίνες, π.χ 5-FU, μόνο κάτω από την άμεση παρακολούθηση ενός
κλινικού έμπειρου στη χρήση χημειοθεραπευτικών κατά του καρκίνου.
Εργαστηριακές εξετάσεις
Ασθενείς που λαμβάνουν leucovorin μετά από θεραπεία με μεθοτρεξάτη, συμπεριλαμβανομένης και
της υπερδοσολογίας ή της ελαττωμένης κάθαρσης της μεθοτρεξάτης, θα πρέπει να υποβάλλονται σε
μετρήσεις των επιπέδων κρεατινίνης και μεθοτρεξάτης του ορού σε 24ωρα διαστήματα. Η δοσολογία
της leucovorin θα πρέπει να ρυθμίζεται με βάση τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων,
βλέπε ‘‘Δοσολογία και Τρόπος Χορήγησης’’.
2.4.2 Ηλικιωμένοι
Σε ηλικιωμένους ασθενείς που λαμβάνουν εβδομαδιαίως leucovorin και 5-FU έχουν αναφερθεί
θάνατοι, σοβαρή εντεροκολίτιδα, διάρροια και αφυδάτωση.
2.4.3 Χρήση κατά την κύηση
το φάρμακο αυτό θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μόνο όταν είναι
εντελώς απαραίτητο.
2.4.4 Χρήση κατά τη γαλουχία
Δεν είναι γνωστό κατά πόσο το φάρμακο απεκκρίνεται στο ανθρώπινο γάλα. Λόγω του ότι πολλά
φάρμακα απεκκρίνονται στο ανθρώπινο γάλα, θα πρέπει να προσέχουμε όταν χορηγούμε leucovorin