
Χλωροπροπα μ ίδη : Σε ταυτόχρονη χορήγηση αλλοπουρινόλης με χλωροπροπαμίδη και
επί υπάρξεως μειωμένης νεφρικής λειτουργίας, πιθανόν να προκύψει κίνδυνος
παρατεταμένης υπογλυκαιμικής δράσης.
Σαλικυλικά και ουρικο ζουρ ικοί παρά γ οντες : Η οξυπουρινόλη, ο βασικός μεταβολίτης της
αλλοπουρινόλης και αφ’ εαυτού θεραπευτικός ενεργός παράγων απεκκρίνεται από τους
νεφρούς κατά τρόπο όμοιο με τα ουρικά άλατα. Έτσι φάρμακα με ουρικοαπεκκριτική
δράση όπως η προβενεσίδη ή μεγάλες δόσεις σαλικυλικών ενδεχομένως να
επιτυγχάνουν την απέκκριση της οξυπουρινόλης. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την πιθανή
μείωση της θεραπευτικής δράσης του φαρμάκου αναλόγως της περιπτώσεως.
Κου μ αρινικά αντιπηκτικά : Υπάρχουν αναφορές αυξημένης δράσης της βαρφαρίνης και
άλλων κουμαρινικών αντιπηκτικών όταν συγχορηγούνται με αλλοπουρινόλη, επομένως
όλοι οι ασθενείς που λαμβάνουν αντιπηκτικά πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά.
Να μην χορηγούνται ταυτόχρονα άλατα σιδήρου.
Καπτοπρίλη: Αυξημένος κίνδυνος τοξικών επιδράσεων κατά τη συγχορήγηση με
καπτοπρίλη ιδιαίτερα αν υπάρχει νεφρική βλάβη.
Κυκλοσπορίνη: Αυξάνει τα επίπεδα της κυκλοσπορίνης στον ορό.
Διδανοσίνη: Σε υγιείς εθελοντές και σε ασθενείς με HIV που έλαβαν διδανοσίνη, η
μέγιστη συγκέντρωση Cmax της διδανοσίνης στο πλάσμα και η τιμή της AUC ήταν
περίπου διπλάσια με την συγχορήγηση αλλοπουρινόλης (300 mg ημερησίως) χωρίς να
επηρεάζεται η τελική ημιπερίοδος ζωής. Επομένως μπορεί να χρειάζεται μείωση της
δόσης της διδανοσίνης όταν συγχορηγείται με αλλοπουρινόλη.
4.6 Κύηση και γαλουχία
Η αλλοπουρινόλη πρέπει να χορηγείται με ιδιαίτερη προσοχή και μόνον όταν κατά την
κρίση του γιατρού, το όφελος από τη χρήση της για την έγκυο γυναίκα υπερκαλύπτει
σαφώς τους πιθανούς για το έμβρυο κινδύνους. Τούτο διότι δεν υπάρχει επαρκής
κλινική εμπειρία από τη χορήγηση του φαρμάκου σε εγκύους.
Η αλλοπουρινόλη εκκρίνεται στο μητρικό γάλα και γι’ αυτό δεν συνιστάται η χορήγηση
κατά την περίοδο της γαλουχίας.
4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Καθώς ανεπιθύμητες ενέργειες όπως υπνηλία, ίλιγγος και αταξία έχουν αναφερθεί σε
ασθενείς που έπαιρναν αλλοπουρινόλη, οι ασθενείς θα πρέπει να είναι προσεκτικοί
όταν οδηγούν, χειρίζονται μηχανές ή λαμβάνουν μέρος σε επικίνδυνες δραστηριότητες,
μέχρις ότου είναι βέβαιοι ότι η αλλοπουρινόλη δεν επηρεάζει αρνητικά την ικανότητά
τους.
4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Για το προϊόν αυτό δεν υπάρχουν σύγχρονα κλινικά στοιχεία που να μπορούν να
χρησιμοποιηθούν για τον υπολογισμό των συχνοτήτων των ανεπιθύμητων ενεργειών.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να ποικίλουν στη συχνότητα εμφάνισης ανάλογα με
την λαμβανόμενη δόση και επίσης όταν χορηγείται σε συνδυασμό με άλλους
θεραπευτικούς παράγοντες.
Οι παρακάτω κατηγορίες συχνοτήτων που προσδιορίστηκαν για τις ανεπιθύμητες
ενέργειες είναι κατά προσέγγιση. Για τις περισσότερες ανεπιθύμητες ενέργειες δεν είναι
διαθέσιμα ικανοποιητικά στοιχεία για τον υπολογισμό τους. Οι ανεπιθύμητες ενέργειες
που αναγνωρίσθηκαν μετά την κυκλοφορία του φαρμάκου θεωρήθηκαν ότι είναι
σπάνιες έως πολύ σπάνιες . Η ακόλουθη συνθήκη έχει χρησιμοποιηθεί για την κατάταξη
των συχνοτήτων.
Πολύ συχνές ≥1/10 (≥ 10%)
Συχνές ≥1/100 και < 1/10 (≥ 1% και <10%)
3