ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ (SPC)
Akineton
Biperiden lactate
1. ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
Akineton
2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ & ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ σε δραστικά συστατικά
Kάθε φύσιγγα του 1 ml ενέσιμου διαλύματος περιέχει 5 mg biperiden lactate.
3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ
Ενέσιμο διάλυμα (για ενδοφλέβια και ενδομυϊκή χορήγηση).
4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις
- Όλες οι μορφές του παρκινσονισμού.
- Εξωπυραμιδικά συμπτώματα φαρμακευτικής αιτιολογίας.
Το ενέσιμο διάλυμα Akineton
ενδείκνυται μόνο για την αντιμετώπιση οξειών
καταστάσεων.
4.1.1.1 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης
Συνήθως, η έναρξη της θεραπείας με Akineton
γίνεται με μικρές, σταδιακά
αυξανόμενες δόσεις, ανάλογα με το θεραπευτικό αποτέλεσμα και την εμφάνιση
ανεπιθύμητων ενεργειών.
Η κλινική εμπειρία με το Akineton
σε παιδιά είναι πολύ περιορισμένη και αφορά
κυρίως τη βραχυχρόνια χρήση του φαρμάκου για την αντιμετώπιση της δυστονίας
φαρμακευτικής αιτιολογίας (π.χ. από νευροληπτικά ή μετοκλοπραμίδη και
παρόμοιους παράγοντες).
Παρκινσονικά σύνδρομα:
Σε βαριές περιπτώσεις, η θεραπεία μπορεί να αρχίσει με 10-20 mg biperiden
lactate σε κατανεμημένες δόσεις, χορηγούμενες ενδομυϊκώς ή με αργή ενδοφλέβια
ένεση. Η θεραπεία μπορεί να συνεχιστεί με τις από του στόματος χορηγούμενες
μορφές του Akineton
.
Η ημερήσια ολική δόση εξατομικεύεται. Η μέγιστη ημερήσια ολική δόση
ανέρχεται σε 20 mg. Η ολική ημερήσια δόση θα πρέπει να κατανέμεται
ομοιόμορφα, κατά τη διάρκεια της ημέρας. Να μη λαμβάνονται περισσότερες από
4 δόσεις την ημέρα.
Εξωπυραμιδικά συμπτώματα φαρμακευτικής αιτιολογίας:
Ενήλικοι: Για ταχεία επίτευξη θεραπευτικού αποτελέσματος χορηγείται εφάπαξ
δόση 2,5-5 mg biperiden lactate ενδομυϊκώς ή με βραδεία ενδοφλέβια ένεση. Αν
τούτο είναι απαραίτητο, η χορήγηση μπορεί να επαναλαμβάνεται ανά ημίωρο. Η
μεγίστη ημερήσια δόση ανέρχεται σε 20 mg biperiden lactate. Να μη λαμβάνονται
περισσότερες από 4 δόσεις την ημέρα.
Σε παιδιά ηλικίας έως ενός έτους χορηγείται 1 mg, ενώ σε παιδιά από 2 έως 6
ετών χορηγούνται 2 mg και σε παιδιά από 7 έως 10 ετών 3 mg biperiden lactate
αργά ενδοφλεβίως. Ανάλογα με την ατομική ανταπόκριση του ασθενούς τα
εξωπυραμιδικά συμπτώματα μπορεί να εξαφανιστούν ήδη κατά τη διάρκεια της
ένεσης. Αν χρειάζεται, η αντίστοιχη για την ηλικία δόση, μπορεί να επαναληφθεί
μετά από 30 λεπτά.
Τα απλά δισκία Akineton
και τα δισκία παρατεταμένης αποδέσμευσης Akineton
μπορούν να χορηγηθούν ως βοηθητική από του στόματος θεραπεία σε ενήλικες
ασθενείς υπό θεραπεία με νευροληπτικά.
Τρόπος χορήγησης και διάρκεια θεραπείας
Το ενέσιμο διάλυμα Akineton
χορηγείται ενδομυϊκώς ή με αργή ενδοφλέβια
ένεση και ενδείκνυται μόνο για την αντιμετώπιση οξειών καταστάσεων.
4.1.1.2 Αντενδείξεις
Το Akineton
αντενδείκνυται απολύτως σε ασθενείς με γλαύκωμα κλειστής
γωνίας ή μηχανικές στενώσεις του γαστρεντερικού συστήματος και σε ασθενείς
με μεγάκολο. Σε υπερευαισθησία στα αντιχολινεργικά και σε όψιμη δυσκινησία.
Σχετικές αντενδείξεις αποτελούν η καλοήθης υπερτροφία του προστάτη καθώς και
οι παθήσεις εκείνες που μπορεί να οδηγήσουν σε επικίνδυνες ταχυκαρδίες.
Βλέπε σχετικά και “4.4 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις
κατά τη χρήση”.
4.1.1.3 Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά
τη χρήση
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελετών σε πειραματόζωα, τα κεντρικώς δρώντα
αντιχολινεργικά όπως το Akineton
μπορεί να οδηγήσουν σε αυξημένη τάση
εγκεφαλικών σπασμών. Ως εκ τούτου, ο γιατρός θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη
του το ανωτέρω, κατά τη θεραπεία προδιατεθειμένων προς τούτο ατόμων.
Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή σε ασθενείς με μυασθένεια.
Μετά από παρεντερική χορήγηση Akineton
μπορεί να προκληθεί πτώση της
συστολικής πίεσης κατά 20-30 mmHg και της διαστολικής κατά 5-20 mmHg.
Μπορεί να προκληθεί επίταση των εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων (reversal
effect) κατά τη διάρκεια της θεραπείας που είναι πρώϊμη ένδειξη δηλητηρίασης
λόγω υπερβολικής δόσης που θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με μείωση της δόσης.
4.2 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης
Η ταυτόχρονη χορήγηση του Akineton
με άλλα αντιχολινεργικά π.χ. ψυχοτρόπα
φάρμακα, αντιισταμινικά, αντιπαρκινσονικά, αντικαταθλιπτικά που παρουσιάζουν
ισχυρές αντιχολινεργικές ιδιότητες και αντισπασμωδικά μπορεί να ενισχύσει τις
ανεπιθύμητες ενέργειές του από το Κ.Ν.Σ. και την περιφέρεια. Η ταυτόχρονη
χορήγηση κινιδίνης μπορεί να ενισχύσει τις αντιχολινεργικές δράσεις του
προϊόντος (ιδιαίτερα ως προς την κολποκοιλιακή αγωγιμότητα). Η ταυτόχρονη
χορήγηση levodopa και Akineton
μπορεί να ενισχύσει τη δυσκινησία. Σε
πάσχοντες από τη νόσο του Parkinson έχουν αναφερθεί γενικευμένες χορειακές
κινήσεις όταν η biperiden χορηγείται ταυτόχρονα με carbidopa/levodopa. Το
Akineton
μπορεί να ενισχύσει την όψιμη δυσκινησία από τα νευροληπτικά. Τα
παρκινσονικά συμπτώματα, επί παρουσίας υφιστάμενης όψιμης δυσκινησίας,
είναι ενίοτε τόσο σοβαρά ώστε να απαιτούν συνέχιση της θεραπείας με
αντιχολινεργικά. Τα αντιχολινεργικά μπορεί να ενισχύσουν τις ανεπιθύμητες
ενέργειες της πεθιδίνης από το Κ.Ν.Σ.
Το Akineton
μπορεί να ενισχύσει την κατασταλτική δράση του οινοπνεύματος
και άλλων κατασταλτικών του Κ.Ν.Σ.
Η biperiden ανταγωνίζεται τη δράση της μετοκλοπραμίδης.
4.3 Κύηση και γαλουχία
Χρήση κατά την κύηση:
Δεν υπάρχουν ενδείξεις που να συνηγορούν υπέρ τερατογόνου δράσης του
Akineton
. Λόγω πάντως έλλειψης σχετικής εμπειρίας, το φάρμακο θα πρέπει
κατά το δυνατόν να αποφεύγεται κατά τη διάρκεια της κύησης, ιδιαίτερα κατά το
πρώτο τρίμηνο.
Χρήση κατά τη διάρκεια της γαλουχίας: Τα αντιχολινεργικά μπορεί να
αναστείλουν την γαλακτοφορία. Επί του προκειμένου δεν υπάρχουν διαθέσιμα
στοιχεία σχετικά με το Akineton
. Tο φάρμακο διέρχεται στο μητρικό γάλα και οι
συγκεντρώσεις του σε αυτό μπορεί να φθάσουν εκείνες του πλάσματος της
μητέρας. Επειδή δεν είναι γνωστός ο τύπος και η έκταση του μεταβολισμού του
φαρμάκου στα νεογνά, ενώ ταυτόχρονα δεν είναι δυνατόν να αποκλειστούν
φαρμακολογικές-τοξικολογικές δράσεις του προϊόντος σε αυτά, συνιστάται
γενικώς να διακόπτεται ο θηλασμός και να γίνεται απογαλακτισμός, κατά τη
διάρκεια χρήσης του φαρμάκου.
4.4 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες της biperiden από το Κ.Ν.Σ. και την περιφέρεια μπορεί
να παραβλάψουν την ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων. Τα
ανωτέρω εμφανίζονται ιδιαίτερα όταν το Akineton
ληφθεί μαζί με άλλα
κεντρικώς δρώντα φάρμακα, όπως αγχολυτικά, αντιισταμινικά, αντιχολινεργικά ή
οινοπνευματώδη.
4.5 Ανεπιθύμητες ενέργειες
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες του Akineton
εμφανίζονται ιδιαίτερα στο αρχικό
στάδιο της θεραπείας καθώς και επί υπερβολικά ταχείας αύξησης των δόσεων. Με
εξαίρεση την περίπτωση εμφάνισης επιπλοκών ζωτικής σημασίας, θα πρέπει να
αποφεύγεται η απότομη διακοπή της χορήγησης του φαρμάκου, λόγω του
κινδύνου υπερβολικής απορρύθμισης. Τα ηλικιωμένα άτομα και ιδιαίτερα όσα
εμφανίζουν εγκεφαλικές βλάβες αγγειακής ή εκφυλιστικής αιτιολογίας, συχνά
μπορεί να παρουσιάσουν αυξημένη ευαισθησία, όπως π.χ. σύγχυση, ακόμη και
στις θεραπευτικές δόσεις του φαρμάκου.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου από το Κ.Ν.Σ. περιλαμβάνουν αίσθημα
κόπωσης, ζάλη και υπνηλία, σε υψηλότερες δόσεις ανησυχία, σύγχυση,
παραλήρημα και ενίοτε διαταραχές της μνήμης και ψευδαισθήσεις (σπανίως).
Εχει παρατηρηθεί κατάχρηση με το Akineton
, που δυνατόν να σχετίζεται με την
ενίοτε παρατηρούμενη ευεξία ως και την παροδική ευφορία από το φάρμακο.
Οι περιφερικού τύπου ανεπιθύμητες ενέργειες, περιλαμβάνουν ξηροστομία,
διαταραχές της προσαρμογής των οφθαλμών, ελάττωση της εφίδρωσης,
δυσκοιλιότητα, γαστρικές διαταραχές και αύξηση της καρδιακής συχνότητας, ενώ
πολύ σπάνια μπορεί να παρατηρηθεί και ελάττωσή της. Η παρεντερική χορήγηση
μπορεί να προκαλέσει πτώση της αρτηριακής πίεσης. Ενίοτε δερματικό αλλεργικό
εξάνθημα, δυσκινησία, αταξία, μυοσπασμοί (τικ) και διαταραχές της ομιλίας. Σε
μερικές περιπτώσεις, ιδιαίτερα σε ασθενείς με καλοήθη υπερτροφία του
προστάτη, το Akineton
μπορεί να προκαλέσει δυσκολία στην ούρηση
(συνιστάται ελάττωση της δόσης) και πιο σπάνια, επίσχεση ούρων (αντίδοτο:
καρβαχόλη).
Εχει αναφερθεί ελάττωση του ύπνου με ταχείες κινήσεις των οφθαλμών (RΕΜ),
που χαρακτηρίζεται από αύξηση του λανθάνοντος χρόνου και ελάττωση του
ποσοστού της διάρκειας του ύπνου REM. Εχει αναφερθεί ανοχή σε αυτήν την
ανεπιθύμητη ενέργεια.
4.6 Υπερδοσολογία
Συμπτώματα: Τα συμπτώματα της υπερδοσολογίας ομοιάζουν προς τα
συμπτώματα της δηλητηρίασης με ατροπίνη, με συμπτώματα αντιχολινεργικού
τύπου από την περιφέρεια, που περιλαμβάνουν μυδρίαση με ασθενώς αντιδρώσες
κόρες, ξηρότητα βλεννογόνων, έξαψη προσώπου, αύξηση της καρδιακής
συχνότητας, ελάττωση της εντερικής κινητικότητας, κατακράτηση ούρων, αύξηση
της θερμοκρασίας (ειδικά σε παιδιά), καθώς και διαταραχές από το Κ.Ν.Σ.
(ανησυχία, σύγχυση, θόλωση της συνείδησης και/ή ψευδαισθήσεις). Σε σοβαρές
περιπτώσεις μπορεί να εμφανισθεί παύση της καρδιακής και αναπνευστικής
λειτουργίας.
Αντιμετώπιση: Σε απειλητικές για τη ζωή περιπτώσεις συνιστώνται –ως αντίδοτο–
οι αναστολείς της ακετυλοχολινεστεράσης, κατά προτίμηση εκείνοι που
διαπερνούν εύκολα τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό όπως π.χ. η φυσοστιγμίνη.
Μπορεί να χρειασθεί λήψη υποστηρικτικών μέτρων της καρδιακής, αγγειακής και
αναπνευστικής λειτουργίας, καθώς και καθετηριασμός της κύστης και η λήψη
μέτρων για αντιμετώπιση της υπερπυρεξίας.
5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ
Κωδικός ATC: N04AA02
5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες
Η biperiden είναι ένας -κατά κύριο λόγο- κεντρικώς δρων αντιχολινεργικός
παράγων. Διαθέτει ήπιες περιφερικές δράσεις, σε βαθμό μικρότερο από την
ατροπίνη. Η biperiden δεσμεύεται ανταγωνιστικά στους περιφερικούς και
κεντρικούς μουσκαρινικούς υποδοχείς (κυρίως του τύπου Μ
1
). Σε μελέτες με
πειραματόζωα έχει αποδειχθεί πως η biperiden αναστρέφει τα παρκινσονικά
συμπτώματα (τρόμος, ακαμψία) που προκαλούνται από τους κεντρικώς δρώντες
χολινεργικούς παράγοντες.
5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες – Βιοδιαθεσιμότητα
Η biperiden είναι πρακτικώς αδιάλυτη στο νερό, διαλυτή στην αιθανόλη και
ευδιάλυτη στο χλωροφόρμιο. Το υδροχλωρικό της άλας είναι δυσδιάλυτο στο
νερό, την αιθανόλη, το χλωροφόρμιο και τον αιθέρα, ενώ διαλύεται ελαφρώς στην
μεθανόλη. Ο φαινόμενος λόγος κατανομής σε ένα ρυθμιστικό διάλυμα κανονικής
οκτανόλης/φωσφορικών (pH 7,4) είναι 678.
Μετά από του στόματος χορήγηση 4 mg biperiden hydrochloride σε 6 υγιή άτομα,
ηλικίας 20-33 ετών, η απορρόφηση ήταν ταχεία, μετά από διαλείποντα χρόνο 27,
κατά μέσο όρο, λεπτών. Η μεγίστη συγκέντρωση στο πλάσμα ανήλθε σε 5,1 ng/ml
και επετεύχθη μετά από 1,5 ώρα (τιμές κατά μέσον όρο). Σε άλλες μελέτες, οι
μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα (1,01-6,53 και 3,2-5,0 ng/ml) μετρήθηκαν
μετά από 0,5-2 ώρες.
Σε μια συγκριτική δοκιμή μεταξύ δέκα υγιών ατόμων (ηλικίας 24±4,7 ετών) και
οκτώ ηλικιωμένων παρκινσονικών ασθενών (ηλικίας 77,4±4,8 ετών) χορηγήθηκε
δόση 4 mg biperiden hydrochloride μιά φορά την ημέρα για 7 ημέρες,
ακολουθούμενη από 2 mg biperiden hydrochloride δύο φορές την ημέρα για 6
ημέρες. Τα επίπεδα της biperiden στο πλάσμα προσδιορίσθηκαν την πρώτη και
την δεκάτη πέμπτη ημέρα. Τα μέγιστα επίπεδα στο πλάσμα στα νεαρά άτομα
ανέρχονταν σε 4,3±2,6 ng/ml (t
max
0,9 ώρες) την πρώτη ημέρα και 2,5±1,4 ng/ml
(t
max
0,8 ώρες) την 15η ημέρα. Πριν από τη λήψη δειγμάτων αίματος την 15η
ημέρα τα άτομα έλαβαν 2 mg biperiden hydrochloride. Στους ηλικιωμένους
ασθενείς, οι μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα ανήλθαν σε 7,2±4,4 και 4,2±2,2
ng/ml και μετρήθηκαν μετά από 1,6±0,7 και 1,6±0,3 ώρες.
Η συστηματική βιοδιαθεσιμότητα ανέρχεται μόλις σε 33±5%, πιθανώς λόγω
εκτεταμένου μεταβολισμού της ουσίας.
Η σύνδεση της biperiden με τις πρωτεϊνες του πλάσματος ανήλθε σε 94% στις
γυναίκες και 93% στους άνδρες.
Ο φαινόμενος όγκος κατανομής ανέρχεται σε 24±4,1 l/kg. Ο κύριος μεταβολίτης
της biperiden είναι προϊόν υδροξυλίωσης του δικυκλικού συστήματος (σε
ποσοστό 60%), σε συνδυασμό με υδροξυλίωση στο δακτύλιο της πιπεριδίνης (σε
ποσοστό 40%). Δεν ανευρίσκεται αμετάβλητη biperiden στα ούρα.
Μετά από ενδοφλέβια χορήγηση 4 mg biperiden lactate, προσδιορίσθηκαν οι
ακόλουθοι τελικοί χρόνοι ημιζωής στο πλάσμα: 24,3 ώρες (μέσος όρος από έξι
άτομα ηλικίας 23-27 ετών), 11-21,3 ώρες σε νεαρά άτομα και 23,8-36,6 ώρες σε
ηλικιωμένους ασθενείς μετά από εφάπαξ από του στόματος χορήγηση 4 mg
biperiden hydrochloride. Στην σταθεροποιημένη κατάσταση (2 mg biperiden
hydrochloride δύο φορές ημερησίως επί 6 ημέρες) μετρήθηκαν χρόνοι ημιζωής
που κυμαίνονται, στα μεν νεαρά άτομα από 15,7 ως 33,3 ώρες, στους δε
ηλικιωμένους ασθενείς από 26,3 ως 40,7. Η κάθαρση του πλάσματος ήταν
11,6±0,8 ml/min/kg.
Η biperiden εκκρίνεται μέσω του μητρικού γάλακτος. Είναι δυνατόν να
επιτευχθούν συγκεντρώσεις ίσες με εκείνες που ανευρίσκονται στο πλάσμα της
μητέρας.
5.3 Προκλινικά στοιχεία για την ασφάλεια
Χρόνια τοξικότητα:
Σε σκύλους, χορηγήθηκε από του στόματος biperiden σε ποσότητες 6, 20, 63 και
200 mg/kg σωματικού βάρους και για χρονική περίοδο 6 μηνών.
Σε αρουραίους, χορηγήθηκαν από του στόματος δόσεις 30, 95 και 300 mg/kg
σωματικού βάρους, για περιόδους 9 και 15 μηνών.
Κατά την περίοδο αυτή, διεξήχθησαν σε τακτά χρονικά διαστήματα κλινικές,
αιματολογικές και ουρολογικές εξετάσεις, καθώς και διάφορες δοκιμασίες σχετικά
με τη χημική σύσταση του ορού. Τα όργανα των πειραματοζώων που κατέληξαν
κατά τη διάρκεια των μελετών καθώς και εκείνων που εφονεύθησαν στο τέλος
των, εξετάσθησαν μακροσκοπικά και με οπτικό μικροσκόπιο.
Η biperiden έγινε καλώς ανεκτή στους σκύλους σε δόσεις που κυμαίνονταν από 6-
63 mg/kg σωματικού βάρους. Συγκριτικά με την ομάδα ελέγχου, η αύξηση του
βάρους σε σκύλους που ελάμβαναν 63 mg/kg σωματικού βάρους επηρεάστηκε
ελαφρώς. Αποδείχθηκε πως η δόση των 200 mg/kg σωματικού βάρους απέβη
θανατηφόρος για διάστημα θεραπείας άνω των 6 εβδομάδων.
Οι αρουραίοι οι οποίοι ελάμβαναν 30 mg/kg σωματικού βάρους, δεν εμφάνισαν
ανεπιθύμητες ενέργειες που να σχετίζονται με την θεραπεία. Συγκριτικά με την
ομάδα ελέγχου, η θνησιμότητα ήταν αυξημένη στις ομάδες που ελάμβαναν 95 και
300 mg/kg σωματικού βάρους.
Τόσο η μακροσκοπική εξέταση, όσο και η εξέταση με οπτικό μικροσκόπιο, δεν
απεκάλυψαν οποιαδήποτε μεταβολή στα όργανα των σκύλων ή των αρουραίων,
που να αποδίδεται στην biperiden.
Τοξικολογία αναπαραγωγής:
Η biperiden χορηγήθηκε σε εγκύους αρουραίους (στέλεχος Donrew) και
ποντικούς (στέλεχος ICR-JCL), σε δόσεις ως και 12 mg/kg σωματικού βάρους.
Δεν παρετηρήθησαν δυσμορφίες σχετιζόμενες με την biperiden στα έμβρυα, μετά
από υστερεκτομή ή στα νεογέννητα μετά από αυτόματο τοκετό.
6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
6.1 Κατάλογος με τα έκδοχα
Sodium lactate, water for injection q.s.
6.2 Aσυμβατότητες
Καμία.
6.3 Διάρκεια ζωής
Χρόνος ζωής έτοιμου προϊόντος:
5 χρόνια.
6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη του προϊόντος
Διατηρείται σε θερμοκρασία ≤ 30
ο
C.
6.5 Φύση και συστατικά του περιέκτη
Κουτί με 5 φύσιγγες του 1 ml.
6.6 Οδηγίες χρήσης/χειρισμού
Βλέπε 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης.
6.7 Κάτοχος της άδειας κυκλοφορίας
Δικαιούχος: Laboratorio Parmaceutico S.I.T. Specialita Igienico Terapeutiche SRL,
Via Cavour, 70, 27035 Mede (PV), Iταλία
Laboratorio Parmaceutico S.I.T. Specialita Igienico Terapeutiche SRL, Iταλία
Υπεύθυνος για την κυκλοφορία στην Ελλάδα:
DESMA GmbH
Peter-Sander-Str, 41B-55252 Mainz-Kastel
Γερμανία
Τηλ: 0049 6134210790
7. ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
24649/20-4-2010
8. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ
8 Noεμβρίου 1962
9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ (ΜΕΡΙΚΗΣ) ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
20-4-2010